ΤΟ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΟΥ ΦΡΑΝΣΙΣ ΜΠΕΪΚΟΝ ΚΑΙ Η ΕΙΡΗΝΗ




Francis BaconΗ γενική πεποίθηση του μέσου ανθρώπου ότι είναι οπαδός της ειρήνης και της λογικής  είναι ψευδής.
Επίσης, η πεποίθηση ότι η τεχνική θα έφερνε και ψυχολογική πρόοδο έχει και αυτή διαψευστεί από την πραγματικότητα. Αυτό μαρτυρούν οι συνεχείς στρατιωτικές συγκρούσεις, η εθνική επιθετικότητα –με ή χωρίς προσχήματα–  το βίαιο πλιάτσικο των ορυκτών πόρων χωρών που έχουν προηγουμένως ισοπεδωθεί  'χάριν' της δημοκρατίας και ούτω καθεξής.

Η ευκολία να αποδίδουμε αποκλειστικά στους άλλους το κακό, που λόγω της ανθρώπινης φύσης μας φωλιάζει και μέσα μας, διαστρεβλώνει την πραγματικότητα.
Παρά τον Β′ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη σχετική οικονομική ευμάρεια στη Δύση και τη μαζική εκπαίδευση, ο ψυχισμός πίσω από την πολιτική σκηνή δεν φαίνεται να έχει σημειώσει  πρόοδο.  Μήπως ήρθε η ώρα να δώσουμε προσοχή στα συμπεράσματα και τις προτροπές του Εμμανουήλ Καντ και στο αίτημα του Φραγκίσκου Βάκωνα για απελευθέρωση από τα κοινωνικά είδωλα;  Μήπως ο φόβος απέναντι στον χρόνο είναι πολύ πιο πρακτικός συντελεστής της καθημερινής ζωής από ό,τι θέλουμε να παραδεχτούμε;  (συντακτική ομάδα: solon.org.gr)
Λίγη ιστορίαΘεωρητικά, η ανθρωπότητα και οι περισσότεροι από τους ανθρώπους ζουν με την πεποίθηση του αγαθού της ειρήνης και της λογικής διαχείρισης της ζωής και των σχέσεών της – δηλαδή, της διανοητικής αρτιότητας.  Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική. Η εικόνα μας για τη φιλειρηνικότητα και τη λογική μας είναι ψευδής και διόλου εμπειρική-πειραματική. Είναι περίπου ίδια με τη γνώμη μας σχετικά με το αν είμαστε ρατσιστές, εγωκεντρικοί ή όχι. Η τάση μας να πιστεύουμε ότι εκφράζουμε με ακεραιότητα το αγαθό και να αποδίδουμε το κακό στο περιβάλλον μας καθιστά ψεύτικη την εικόνα μας για τον εαυτό μας και το περιβάλλον και αποτελεί ένα είδος πολέμου και παραλογισμού. Αυτό είναι πλέον διαπίστωση της σύγχρονης ψυχολογίας και με τα λόγια του ψυχολόγου Καρλ Γιουνγκ μπορεί να αποδοθεί ως εξής:
«Ακόμη και αν δεν είμαστε τα όργανα του εγκλήματος, θα είμαστε πάντοτε εν δυνάμει εγκληματίες χάριν στην ανθρώπινη φύση μας. Στην πραγματικότητα μας λείπει μάλλον η κατάλληλη ευκαιρία για να χαθούμε σε μια κολασμένη συμπλοκή. Κανείς δε βρίσκεται έξω από τη μαύρη συλλογική σκιά της ανθρωπότητας. Το αν το έγκλημα διαπράχθηκε σε προηγούμενες γενιές ή συντελείται σήμερα παραμένει ένα σύμπτωμα της πανταχού παρούσας προδιάθεσης και για αυτό καλά θα έκανε κανείς να «σκέφτεται πότε-πότε το κακό», γιατί μόνο ο βλάκας αρνείται μόνιμα τις συνθήκες της ίδιας του της ύπαρξης. Αλήθεια, αυτή η άρνηση είναι ο καλύτερος τρόπος για να γίνει κάποιος όργανο του κακού. Η πραότητα και η αφέλεια βοηθάνε τόσο, όσο και κάποιον που πάσχει από χολέρα. Τουναντίον κατευθύνουν στον «άλλο» την προβολή του μη αναγνωρισμένου κακού». [1]
Το λησμονημένο αίτημα του ΒάκωναΠέρασαν τέσσερεις αιώνες από τη διατύπωση των όρων της επιστημονικής προσέγγισης, που, στην πραγματικότητα, είχε διατυπώσει  ο Φραγκίσκος Βάκωνας στο θεμελιώδες έργο του με τίτλο «Νέο Όργανο». Ο Βάκωνας είχε εισηγηθεί την πειραματική ανάπτυξη της επιστήμης υπό τον όρο ότι αυτή θα προσπερνούσε τις τέσσερεις κατηγορίες ειδώλων: Τα είδωλα της φυλής, της κρύπτης, της Ρωμαϊκής Αγοράς, του θεάτρου. [2]
Πέρα από αυτό που φαντάζει ως αυτονόητο, αλλά δεν είναι – τη στατιστική δηλαδή αποτύπωση της πραγματικότητας – ο Βάκωνας ανέλυσε στις περίφημες κατηγορίες των ειδώλων την ανθρώπινη πλάνη και αυτό το έκανε καλύτερα από κάθε άλλον, όπως παρατήρησε ο Κοντιγιάκ. Έδειξε τις πηγές της ανθρώπινης πλάνης και έβαλε έτσι περισσότερη ζωή στη λογική από οποιονδήποτε άλλο, όπως μας λέει ο δριμύς επικριτής του, Μακώλεϋ.
Ο κόσμος μας θα ήταν πολύ διαφορετικός, εάν είχαμε καταφέρει να εφαρμόσουμε την προσέγγιση του Βάκωνα. Πάνω σε αυτήν μπορούν να συντεθούν διεπιστημονικά όλες οι προσεγγίσεις μας στον αγώνα απελευθέρωσης από τους εξωραϊσμούς των ανθρωπίνων προθέσεων και εικόνων. Πρόθεσή μας πρέπει να είναι να εισαγάγουμε περισσότερη ειρήνη και λογική στη σκέψη και στη δράση. Αυτό θα αποκαλύψει το «ένδυμα» ειρήνης και λογικής που φοράει η πολεμικότητα και ο παραλογισμός.
Η διεύρυνση της συνείδησης και της γνώσης επιβάλλει θεωρητικές, πειραματικές και θεσμικές καινοτομίες. Η παραδοχή ότι η τεχνική και η θεσμική πρόοδος μας φέρνει πιο κοντά στην ειρήνη είναι μια πλάνη.
Ο πίνακας του Quincy Wright του 1965 [3] δείχνει –μαζί με τα μεταγενέστερα δεδομένα– τον υπερ-εικοσαπλασιασμό των μαχών από τον 16ο αιώνα έως τον εικοστό αιώνα. Υπάρχουν βέβαια νέα δεδομένα μετά από τον Β′ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ επίσης ο πίνακας με τις μάχες σταματά στο 1940. Η πύκνωση των μαχών από το 1940 έως το 1945 και ο αριθμός των μεταπολεμικών συγκρούσεων δεν αφήνουν περιθώρια για αφελείς ουτοπίες και μεθοδολογικές προσεγγίσεις της πραγματικότητας. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι θεωρίες που υπακούουν στις προθέσεις των εμπνευστών, στον «κατά το δοκούν» χαρακτήρα των επιστημών του ανθρώπου, όπως είναι και οι ανταγωνιστικές θεωρίες, έχουν προβάδισμα επιστημονικότητας.
Η αντιδραστικότητα της ανθρώπινης φύσηςΤο τέλος του Ψυχρού Πολέμου και τα γεγονότα που ακολούθησαν αποκάλυψαν πόσο μακριά είναι ο κόσμος από την ειρήνη και τη λογική. Φοβόμαστε, μάλιστα, πως είμαστε μόνο στην αρχή, καθώς η παγκοσμιοποίηση ως πλαίσιο θεσμών και ειρήνευσης δεν έχει βάθος, ούτε ειλικρίνεια πολιτικής και πολιτισμού.
Τη δυσχέρεια της απαγκίστρωσης του ανθρώπινου πολιτισμού από τη συγκρουσιακότητα εντοπίζουν πολλοί κλασικοί συγγραφείς. Δύο χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι είναι ο Χομπς και ο Καντ. Κατά τον Χομπς, ο κόσμος της έννοιας είναι ο μόνος τρόπος-τόπος διαχείρισης της ανθρώπινης κοινωνίας που είναι μη-συγκρουσιακός. Το αδύνατο, όμως, της εγρήγορσης των λαών στη διαλεκτική και τη δημιουργική τάξη των εννοιών «επιβάλλει» ως αναγκαία την εξουσία. [4] Η ίδια σκέψη επανέρχεται στον Χέγκελ με την έκκληση για προσήλωση στην αφηρημένη σκέψη, ώστε να σιγάσουν οι ιδιοτέλειες και τα ιδιοτελή κίνητρα των ανθρώπων και των λαών.
Παρατηρούμε, δηλαδή, ότι τόσο η εμπειρία όσο και η θεωρητική ανάλυση των κλασικών στοχαστών δείχνουν το αδύνατο της διαρκούς ειρήνης με τους υφισταμένους ανθρωπολογικούς, πολιτισμικούς και εκπαιδευτικούς όρους.
Το πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι:
1. η απουσία μιας εκ βαθέων φιλειρηνικής και λογικής διάρθρωσης του κόσμου·
2 η απουσία  μιας ομαδικής συνέπειας και συνεργατικότητας της διανόησης επί των προβλημάτων του σύγχρονου κόσμου.
Είναι αλήθεια πως το πλανητικό γίγνεσθαι, παρ’ όλες τις ανισορροπίες και τις άδικες ανισότητες, δείχνει να ενσωματώνει τις προοπτικές και τις δυνάμεις αποτροπής ενός μείζονος πολέμου, σε μια καταναλωτική ειρήνη και σε  μια αγοραία πολιτισμικότητα. Είναι όμως, επίσης, ιστορική αλήθεια ότι παρήλθαν ανάλογες ιστορικές περίοδοι εντυπώσεων που έδειχναν την ανθρωπότητα να εκπλήσσεται από τις οξύνσεις και τα κύματα βαρβαρότητας που έκρυβε μέσα του ο πολιτισμός. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η απογοήτευση του Αλμπέρτου Αϊνστάιν και του Σίγκμουντ Φρόυντ, όπως αυτή αποτυπώνεται στην αλληλογραφία τους,[5] από τα όσα έγιναν κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Το εντυπωσιακό είναι ότι διεπράχθησαν ακόμη χειρότερα εγκλήματα λίγα χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Δυστυχώς, σήμερα, τα λειτουργικά, θεσμικά και πολιτισμικά ελλείμματα εξακολουθούν να είναι πολλά, ενώ δεν υπάρχει σοβαρή επικοινωνιακή στρατηγική για τον Λόγο και την Ειρήνη.
Είναι λυπηρό που η σύγχρονη πραγματικότητα εξακολουθεί να ευθυγραμμίζεται –τόσο στο μορφωτικό όσο και στο επικοινωνιακό της επίπεδο – με όσα διαπίστωνε ο Χίτλερ στο γνωστό βιβλίο του.  Η επιστημονική παιδεία όχι μόνο δεν είναι βιωματική, διαλεκτική και συνθετική, αλλά παραμένει στοιχειώδης.  Με όση εκπαιδευτική εμπειρία μπόρεσα να έχω, διαπίστωσα μια τραγική εικόνα τόσο για τους απόφοιτους της δευτεροβάθμιας, όσο και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα κατά καιρούς δημοσιεύματα σχετικά με τα μορφωτικά ερωτηματολόγια, τόσο στη χώρα μας, όσο και διεθνώς, είναι –φαίνεται– πολύ βάσιμα. Η τραγική εικόνα υπάρχει ακόμη και για γνώσεις που αφορούν στο εσωτερικό μιας πανεπιστημιακής ειδικότητας, ενώ η αιτιατή σκέψη είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Αυτή η πνευματική αφασία ενοχλείται φανερά από τα πνευματικά χαρίσματα και γι’ αυτό ο ναζί Χίτλερ θεωρεί ότι ο πνευματικός άνθρωπος δρα καταστροφικά και όχι οργανωτικά και διαιωνιστικά, όπως θα ήθελε ο ίδιος. Δεν είναι τυχαία η εχθρότητα απέναντι στην  πνευματική ζωντάνια και η άρνηση της παραδοσιακότητας να αποδεχθεί τον δημιουργικό και τον προοδευτικό ρόλο της διανόησης.
Ωστόσο, ευθύνες για την αναξιοπιστία της διανόησης έχει και ένα μεγάλο μέρος των εκπροσώπων της. [6] Είναι καιρός να δούμε ότι τα ίδια παθολογικά στοιχεία της σκέψης εκφράζονται τόσο στους διανοούμενους, όσο και στους απλούς ανθρώπους, με την όποια μορφωτική και συνειδησιακή ανάπτυξή τους. Τα φουτουριστικά μανιφέστα είναι ένα δείγμα ανεύθυνης διανόησης όμοιας με εκείνη προ της εμφάνισης των Ναζί, η οποία συνεχίζει τον διαταραγμένο δρόμο του Νίτσε. [7] Ο Μαρινέττι είναι ένας πρόδρομος ακόμη και της τεχνοκρατούμενης  σύγχρονης ψυχαγωγίας μας. Φράσεις όπως: «εμείς θέλουμε να υμνήσουμε την επιθετική δράση», «το πήδημα του θανάτου», «την ομορφιά της ταχύτητας» και άλλα ταιριάζουν τόσο στη σύγχρονη νεολαιίστικη «κουλτούρα», όσο και στα ολοκληρωτικά καθεστώτα του 20ου αιώνα. Αυτοί οι εγκληματίες του πολιτισμού –όπως υπήρξε ο Μαρινέττι– εκφράζουν ένα αρχέγονο λάθος, μια πτώση στο κενό και τον φθόνο εκ μέρους του νου.
Ο ολοκληρωτισμός της μαζικής κοινωνίαςΣε αντιδιαστολή, έχει διαχρονικά παρουσιαστεί η έκφραση της αγαθής όψης του νου με συνέπεια και διαλογική συνοχή, από τον Αμφικτύωνα ως τον Καντ.  Αυτή όμως η όψη είναι και παραμένει μικρής αναγνώρισης και αποδοχής, γιατί και δεν ήταν και δεν είναι εμπορική, αλλά  και γιατί εξακολουθεί να απουσιάζει η ολιστική παιδεία και το ενδιαφέρον για αυτοσυνειδησία, που θα έκανε τον κόσμο των εννοιών και των σημασιών κτήμα των πολλών και στέρεη βάση αξιοκρατίας και σχεδιασμού του πολιτισμού.
Δυστυχώς, η μαζική επικοινωνία οχυρώνεται εχθρικά απέναντι στο αναγκαίο, ποιοτικά, βήμα. Έτσι, η σημερινή πολιτική εξακολουθεί να κινείται σε εκείνο το επίπεδο που επιβεβαιώνει τους ορισμούς που έθετε ο Ντίτριχ Έκχαρτ, ότι δηλαδή η πολιτική δεν χρειάζεται εξυπνάδα, διότι είναι το πιο ανόητο πράγμα στον κόσμο, και πως εκείνο που χρειάζεται είναι μια κενόδοξη μαϊμού, ικανή να δίνει αμέσως την απάντηση που χρειάζεται.  Αυτό το αίτημα το υλοποίησε με κάθε συνέπεια και συστηματικότητα ο Χίτλερ. Κατά θλιβερό τρόπο, οι επτά αρχές της δημαγωγίας του δεν διαφέρουν από τις αρχές της τρέχουσας επικοινωνιακής πολιτικής –  διαφέρει μονάχα ο στόχος. Ο ίδιος δεν είχε σκοπό του τη διάδοση της ιδεολογίας του, αλλά τον απέραντο ολοκληρωτισμό, ενώ τα σημερινά μέσα επικοινωνίας αρκούνται στα κέρδη και την απήχησή τους, όταν βεβαίως η αγορά τους δεν βρίσκεται σε ανώμαλη κρίση.
Η πρώτη, λοιπόν, αρχή ήταν πως το επίπεδο πρέπει να είναι τόσο πιο χαμηλό, όσο πιο μεγάλη είναι η μάζα  που θέλει να «πιάσει». Η δεύτερη αρχή  λέει ότι απευθυνόμαστε στα αισθήματα χοντροκομένα, χωρίς περιπλοκές, πολύπλοκες διαρθρώσεις και λεπτές αποχρώσεις. Η τρίτη αρχή ερίζεται στην ανάγκη, τη νοσταλγία και στη γοητεία που ασκεί η βία του δυνατού. Η τέταρτη αρχή προβλέπει τη σταδιακή προσαρμογή όλων των μέσων και την κατάκτηση όλων των θέσεων με τη χρήση των αδυναμιών. Η πέμπτη είναι παράδοξη και θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα, γιατί δείχνει το πάθος του νου για το ψέμα αλλά και την κοινή βάση ψέματος και αφέλειας, ή υπανάπτυξης, του νου. Η αρχή αυτής της δημαγωγίας λέει πως ένα μεγάλο ψέμα  γίνεται πιο πιστευτό και από την αλήθεια. Η έκτη αρχή αξιοποιεί τη μικρή νοητική και μνημονική ανάπτυξη της μαζικής συνείδησης και απαιτεί περιορισμό σε ελάχιστα και αφομοιώσιμα σημεία που θα επαναλαμβάνονται. Η έβδομη, τέλος, αρχή αφορά την εμμονή σε μια απλουστευτική «εικόνα» εχθρού, μέχρις σημείου ομαδικού παροξυσμού, όπου ο λαός προκειμένου να βρει την ηρεμία του θα ζητήσει να θυσιαστεί το θύμα του.
Ο ίδιος ο Χίτλερ γνώριζε την αδυναμία των μέσων μαζικής επικοινωνίας στα εντυπωσιακά γεγονότα και υποσχόταν ότι θα δημιουργούσε γεγονότα, ώστε να  κάνει τα μέσα να υπηρετούν την εξουσία του και την άνοδό του.
Επίλογος
Αναφέραμε τη σκοτεινή πραγματικότητα του 20ου αιώνα –και όχι μόνο– γιατί σε  αυτήν κρύβεται ένα μέρος του μέλλοντος και του παρόντος και γιατί χωρίς αυτές τις αναφορές δεν θα μπορέσουμε να εκτιμήσουμε τη σοβαρότητα των αλλαγών που πρέπει να επιχειρήσουμε. Σε έναν βαθμό, το σημείο καμπής και ρεαλισμού της  προσέγγισή μας εξακολουθεί να μας το προσφέρει ο Καντ – και την προσφορά του Καντ την κάνουμε αποδεκτή.
Υπάρχουν συνθήκες όπου μπορούμε να ενσωματώσουμε την ανταγωνιστικότητα στην ειρήνη και τη συνεργατικότητα. Αυτό το έχει τονίσει αρκετά καλά ο Καντ. Χρειάζεται όμως να προχωρήσουμε σε ένα μεγαλύτερο βάθος και με το φως της ψυχανάλυσης να φθάσουμε στα αίτια της συγκρουσιακότητας και της εκτροπής του νου σε «φονέα του πραγματικού». Αυτό πρέπει να γίνει, όχι μόνο για να κατανοήσουμε ερμηνευτικά αυτό που θα μπορούσαμε  να ονομάσουμε ανθρώπινη και πολιτισμική πραγματικότητα, αλλά και για να διευρύνουμε το μεθοδολογικό οπλοστάσιο μας στην προσπάθεια εδραίωσης της Ειρήνης και του Λόγου. Θέλουμε να βρούμε τις βάσεις για μια νέα ομαδική συνεργασία τόσο στις επιστήμες, όσο και μεταξύ των  διανοητών για να βαδίσουμε τις γραμμές της προόδου και της βιωσιμότητας του πολιτισμού.
Θα διαπιστώσουμε πως η μανία του Φουτουρισμού για τις μηχανές και την ταχύτητα έχει την ίδια αιτία με την έξη της σκέψης για το ψεύδος και την ανταγωνιστικότητα. Η δημιουργία του ιλιγγιώδους εποικοδομήματος και η κυριαρχία των συμβόλων έχουν την ίδια αιτία με την επίθεση της τέχνης και της διαφήμισης εναντίον στην πραγματικότητα. Η βία –ως μια ολοκληρωτική ψευδαίσθηση– έχει την ίδια ουσία με το κυνήγι και τον φόβο του Χρόνου, [8] με τη θεοποίηση της ταχύτητας και του ψεύδους.
Η κοινή καταγωγή όλων των παραπάνω έχει να κάνει με τον θεμελιώδη τρόπο ανάπτυξης της σκέψης. Όλους μας αφορά η ανθρωπολογική διάσταση του νου που ως όπλο εναντιώνεται στην πραγματικότητα και στον φόβο του θανάτου και της εκμηδένισης.
Βασικές θέσεις:
  • Η εικόνα μας για τη φιλειρηνικότητα και τη λογική μας είναι ψευδής και καθόλου εμπειρική-πειραματική
  • Το γεγονός ότι η τεχνική και η θεσμική πρόοδος μας φέρνει πιο κοντά στην ειρήνη είναι μια πλάνη.
  • Ο Βάκωνας είχε εισηγηθεί την πειραματική ανάπτυξη της επιστήμης υπό τον όρο ότι αυτή θα προσπερνούσε τις τέσσερεις κατηγορίες ειδώλων: Τα είδωλα της φυλής, της κρύπτης, της Ρωμαϊκής Αγοράς, του θεάτρου. Πάνω στην προσέγγιση αυτή μπορούν να συντεθούν όλες οι προσεγγίσεις απελευθέρωσης από τους εξωραϊσμούς των ανθρώπινων προθέσεων και εικόνων.
  • Είναι αναγκαία μια –εκ βαθέων– φιλειρηνική και λογική διάρθρωση του κόσμου, καθώς και η ομαδική συνέπεια και συνεργατικότητα της διανόησης πάνω στα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου.
__________________
Αναφορές:
[1] Γιουνγκ, Καρλ, "Αυτογνωσία και πολιτικές κρίσεις",
[2] Βάκωνας, Φραγκίσκος, Νέο Όργανο«Τέσσερα είναι τα είδη ειδώλων, τα οποία πολιορκούν τον ανθρώπινο νου.Τα είδωλα της φυλής βασίζονται στην ανθρώπινη φύση και στην ίδια φυλή ή ανθρώπινο γένος.
Επομένως, είναι λάθος ότι η λογική είναι το κριτήριο των πραγμάτων. Αντίθετα, όλες οι αντιλήψεις, τόσο της λογικής όσο και του νου, προκύπτουν από την αναλογία με τον άνθρωπο, όχι από την αναλογία με το σύμπαν.
Τα είδωλα της κρύπτης είναι είδωλα του ανθρώπου ως ατόμου ... ο καθένας (εκτός τις παρεκκλίσεις γενικά της ανθρώπινης φύσης) έχει ένα είδος σπηλιάς ή κρύπτης που διαθλά και παραποιεί το φώς της φύσης, είτε εξ αιτίας της προσωπικής και ατομικής φύσης του καθενός είτε εξ αιτίας της διαπαιδαγώγησης,  της συζήτησης με άλλους, της αυθεντίας ... .
Τα είδωλα της Ρωμαϊκής Αγοράς … που προέρχονται σχεδόν από μια συμφωνία και από τις αμοιβαίες σχέσεις του ανθρώπινου γένους.
Τα είδωλα του θεάτρου ... που εισχωρούν στην ψυχή των ανθρώπων από διάφορα φιλοσοφικά συστήματα και από τους λανθασμένους νόμους των επιδείξεων».
Νίκολα Ουμπάλντο, Ανθολογία της Φιλοσοφίας, 2005, εκδ. Ενάλιος, σελ. 215.
[3] Βλέπε σχετικά: War cycles - Wikipedia,
[4] Τόμας Χόμπς, Λεβιάθαν, εκδόσεις ΓΝΩΣΗ, 2006, σελ. 252.
«Συνήθως, όσοι ζουν υπό μονάρχη, θεωρούν υπεύθυνη για ό,τι δεν πάει καλά την μοναρχία κι όσοι ζουν υπό δημοκρατική διακυβέρνηση ή άλλη κυρίαρχη συνέλευση αποδίδουν όλα τα δεινά σε αυτήν την μορφή πολιτικής κοινότητας – ενώ όλες οι μορφές εξουσίας, αν είναι τόσο καλές όσο χρειάζεται για να παρέχουν προστασία, είναι ίδιες, χωρίς να παίρνουν υπόψη τους ότι είναι αδύνατο να ζήσει ο άνθρωπος δίχως τη μια ή την άλλη δυσκολία, ότι και το χειρότερο που μπορεί να υποστεί ένας λαός από οποιαδήποτε μορφή διακυβέρνησης είναι ανεπαίσθητο σε σχέση με τα δεινά και τις τρομερές δυστυχίες που πηγάζουν από τον εμφύλιο πόλεμο ή και από τις χαώδεις συνθήκες ζωής των αναρχούμενων ανθρώπων, όταν απουσιάζει η υποταγή στους νόμους και μια δύναμη πειθαναγκασμού ικανή να τους αποτρέψει από τις αρπαγές και τις αντεκδικήσεις ... . Όλοι οι άνθρωποι είναι προικισμένοι εκ φύσεως με ισχυρούς μεγεθυντικούς φακούς (τα πάθη δηλαδή και την φιλαυτία τους), χάρη στους οποίους κάθε μικρή πληρωμή παίρνει διαστάσεις μεγάλης επιβάρυνσης. Δεν υπάρχουν όμως τα τηλεσκόπια που απαιτούνται (δηλαδή η ηθική και πολιτική επιστήμη) ώστε να διακρίνουν από μακριά τις δυστυχίες που τους περιμένουν και που δεν μπορούν να τις αποφύγουν χωρίς να πληρώσουν».
[5] Φρόιντ, Σίγκμουντ, Για τον Πόλεμο και τον Θάνατο, Εκδ. Επίκουρος.
[6] Ζήσης, Γιάννης, "Ολοκληρωτισμός και αντιφατικότητα πολιτικών και διανοούμενων",
[7] Μουτσοπούλου, Ιωάννα - Ζήσης, Γιάννης, "Ο Νιτσεϊκός πυρήνας του κακού",
[8] Ζήσης, Γιάννης, "Το σύνδρομο του Ηρώδη"

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΔΙΟΤΙΜΑ: Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΣΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

Ο ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΙΛΟΣΟΦΟ ΣΩΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ

ΑΙΣΧΎΛΟΣ- ΛΟΥΚΑΣ ΘΑΝΟΣ ....ΠΕΡΣΕΣ